Η παράδοση της οικογένειας Δουλουφάκη στην αμπελοκαλλιέργεια και στην παραγωγή οίνων ξεκινάει περίπου το 1930, όταν πρώτος ο παππούς Δημήτρης Δουλουφάκης αρχίζει επαγγελματικά την παραγωγή οίνων σε παλιά πατητήρια. Το 1952, η οικογένεια λαμβάνει μέρος στην 17η Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, όπου και της αποδόθηκε έπαινος για την ποιότητα των προϊόντων της. Σήμερα η αμπελουργική και οινολογική παράδοση της Οικογένειας Δουλουφάκη συνεχίζεται από τον εγγονό Νίκο Γ. Δουλουφάκη, ο οποίος σπούδασε Οινολογία στην οινολογική σχολή της Alba στο Piemonte της Ιταλίας (Istituto Tecnico Agrario di Stato “Umberto I” – Viticoltura ed Enologia, Alba). Μετά το τέλος των σπουδών του, εργάστηκε σε οινοποιεία της περιοχής. Όταν επέστρεψε στην Κρήτη, προχώρησε καταρχήν σε αναδιάρθρωση του ιδιόκτητου αμπελώνα με νέες ποικιλίες, χρησιμοποίηση μηχανικών μέσων και με φιλικές προς το περιβάλλον μεθόδους καλλιέργειας.
Πολύ ωραίο χρυσαφί χρώμα, με κιτρινοπράσινες ανταύγειες. Αρώματα λευκών λουλουδιών και εσπεριδοειδών. Μοσχοβολάει όμως και βούτυρο, υποψία κεριού, βερίκοκο, τίλιο και πεπόνι. Πλούσια γεύση, η οποία με λίγη ακόμα παλαίωση στη φιάλη παίρνει ελαιώδη χαρακτηριστικά, αναπτύσσει ένα πυκνό βερικοκένιο χαρακτήρα που μοσχομυρίζει υψηλή κλάση. Στη γεύση του κρασιού διακρίνεται και ένα σαγηνευτικό υπόβαθρο ορυκτών. Επίγευση μακράς διαρκείας, απολαυστική και σε τόνους βερίκοκου. Το κρασί ωριμάζει σε καινούργια και δεύτερης χρήσης βαρέλια για πέντε μήνες. Χρησιμοποιήθηκαν κατά 40% βαρέλια ακακίας και κατά 60% βαρέλια γαλλικού δρυός.