1922. Χαμένες πατρίδες, χαμένα όνειρα, χαμένες περιουσίες. Χιλιάδες πρόσφυγες άφησαν πίσω τους ό,τι πολύτιμο, ό,τι αγαπημένο παίρνοντας το δρόμο της επιστροφής στα πατρογονικά χώματα της μητέρας πατρίδας. Με έναν μπόγο στην πλάτη, με λιγοστά ρούχα και πολλά τραύματα, έφτασε με λιγοστούς χωριανούς του από το Μπογασκιοί της Πόλης στο Καρασινάν, σημερινά Πλάγια Παιονίας Κιλκίς, ο Σοφοκλής Σακαλάκης με την οικογένεια του σε ηλικία 24 ετών. Ανέχεια, φτώχεια, χρόνια δύσκολα, ξεκίνημα από το μηδέν. Δύσκολη προσαρμογή στα νέα δεδομένα, πολλές στερήσεις, σκληρή δουλειά, επιλογές ελάχιστες.
Το νέο χωριό (Καρασινάν) δεν είχε τις μεγάλες εκτάσεις, τα πλούσια χώματα, τα άφθονα νερά για δυναμικές καλλιέργειες. Για να πάρεις σοδειά έπρεπε να μοχθήσεις πολύ. Πολλές μουριές, αμυγδαλιές και λίγα αμπέλια είχαν αφήσει πίσω τους πριν μετακινηθούν στην Τουρκία οι πρώην Τούρκοι κάτοικοι του χωριού. Οι νεοφερμένοι Πλαγιώτες ξεκίνησαν να καλλιεργούν πρώτα ό,τι είχε απομείνει από τους πρώην κατοίκους μέχρι να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες. Σιτηρά, καπνό και αμπέλια καλλιέργησαν τα πρώτα χρόνια παραμονής τους στον νέο τόπο τους. Ένα μικρό αμπέλι και μερικά στρέμματα γης απέκτησε ο Σοφοκλής Σακαλάκης από τη διανομή γεωργικών εκτάσεων του Υπουργείου Γεωργίας.
Με σκληρή δουλειά και αγώνα πολλών χρόνων ο ίδιος και ο γιος του Γιάννης βελτίωσαν και μεγάλωσαν το μικρό αμπέλι για τις ανάγκες, πρωταρχικά, της οικογένειας. Τα χρόνια πέρασαν. Στις αρχές της δεκαετίας του ‘60 ο γερο-Σοφοκλής άφησε κληρονόμο στο αμπέλι που τόσο αγάπησε τον μικρό γιο του Γιάννη με την ευχή να το μεγαλώσει, να βγάζει πολλά κρασιά και τσίπουρο. Πέρασε καιρός, ο μικρός Γιάννης μεγάλωσε, έκανε φούρνο στο χωριό και παράλληλα καλλιεργούσε το αμπέλι.
Βγάζοντας καλό κρασί και τσίπουρο, στα μέσα της δεκαετίας του ‘70 τη φροντίδα του αμπελιού την αναλαμβάνει ο πρωτότοκος γιος του Γιάννη Σακαλάκη, ο Σοφοκλής, για μερικά χρόνια ώσπου μετακόμισε στη Θεσσαλονίκη για σπουδές και δουλειά. Το όνειρο του Γιάννη για ένα μεγάλο αμπελώνα στο χωριό άρχισε να σβήνει. Ο ίδιος όμως προσπαθούσε όσο του επέτρεπαν οι δυνάμεις του, να κρατήσει ζωντανό το αμπέλι της οικογένειας έχοντας μια πικρία γιατί ο νεαρός γιος του τον εγκατέλειψε για χάρη της πόλης και του εμπορίου.
Αρχές της δεκαετίας του ‘90, η γεωργική υπηρεσία του Κιλκίς παίρνοντας τα εδαφολογικά και κλιματολογικά δεδομένα της περιοχής, προτρέπει τους κατοίκους της περιοχής να στραφούν στη συστηματική καλλιέργεια της αμπέλου για ποιοτική και ποσοτική αναβάθμιση παραγωγής. Έτσι ξεκίνησαν όλα. Ο Σοφοκλής Σακαλάκης παίρνει τη μεγάλη απόφαση να κάνει έναν τεράστιο αμπελώνα, αυτού που ξεκίνησε ο παππούς του και ονειρεύτηκε ο πατέρας του.
Το Lui de Rosé είναι ένα ροζέ κρασί που έχει φανατικούς θαυμαστές ειδικά ανάμεσα στο νεανικό κοινό, λόγω του ευκολόπιοτου χαρακτήρα του και της ημίγλυκης αίσθησης στο στόμα. Αυτό που πρέπει να ξέρετε όμως είναι ότι προέρχεται από ένα ενιαίο αμπελοτόπι που κάθε χρόνο δίνει εξαιρετικά υγιή καρπό. Κρυστάλλινο διαυγές χρώμα με αριστοκρατική φινέτσα από την ποικιλία syrah. Λεπτή αρωματική γεύση με έντονη αίσθηση ανθών του δάσους. Συνοδεύει άψογα στους 120 C κρύα πιάτα, φρούτα, λεύκα τυριά.